Κυριακή 22 Φεβρουαρίου 2009

Βραδινός περίπατος




Θα έρθω πάλι κάτω απ’ το δέντρο μας. Καιρό έχω να σε συναντήσω εκεί. Καιρό έχω να ρουφήξω με την ανάσα μου τον αναστεναγμό σου. Καιρό έχω να σου κλέψω λίγο όνειρο και να λουστώ με τις αχτίδες του. Θυμάσαι που μου έλεγες πως χαιρόσουν να με βλέπεις να λούζομαι στο φως του φεγγαριού; Και γω δεν σου χαλούσα το χατίρι. Γδυνόμουν κι ήμουνα αφημένη στου σκοταδιού την άκρη. Κι όταν φανερωνόταν το φεγγάρι, πήγαινα και του μιλούσα. Κι εσύ χαμογελούσες...


Θέλω να φορέσω εκείνο το φουστάνι που σου αρέσει. Το ασύμμετρο που έχει τους ώμους έξω. Που με κάθε μου κίνηση ανεμίζει και μου σηκώνεται ψηλά. Που είναι στενό στη μέση και λίγο πιο φαρδύ στους γοφούς. Που πέφτει απ’ τη μια μεριά μέχρι τη γάμπα μου και μου την γλύφει καθώς περπατώ. Βυσσινί. Σ’ αρέσει το βυσσινί επάνω μου, ε; Και γω το φοράω για να με κοιτάς...


Όμορφη κι η λιμνούλα μας. Με κείνα τα λευκά ανθάκια στις όχθες της. Και τις μικρές φωνούλες των αόρατων πλασμάτων να λένε το τραγούδι τους. Ερωτικό τραγούδι λες να είναι; Κάλεσμα ενστίκτων ίσως. Φύσης ανασαιμιά. Φωνή απ’ τ’ αγέρι όταν γλιστράει ανάμεσα απ’ τις καλαμιές. Ροή του σήμερα μεταξύ του πριν και του μετά. Ένα τώρα που ζητάει και κάτι παραπάνω για να φτιάξει χρώμα όταν το λιόγερμα χαθεί...


Μ’ αρέσει να με κοιτάς να κολυμπώ. Ήσυχα και απαλά και συ καθισμένος σε μια πέτρα γυαλιστερή. Να μου γνέφεις και γω να βυθίζομαι στου νερού την αντανάκλαση. Πιάσε το φόρεμά μου και φέρ’ το στο πρόσωπό σου. Νιώθεις τ’ άρωμά μου; Το νιώθεις. Γι’ αυτό σκέφτεσαι τι στίχο θα μου πεις. Το ξέρω πως κάποιο στίχο φτιάχνεις στο μυαλό. Μου έχεις πει πως πλέκεις ποιήματα όταν κολυμπώ κοντά σου. Ποια λέξη να σου ήρθε τώρα άραγε στο νου;


Βουτώ και χάνομαι. Μέχρι τον πάτο του νερού. Εκεί που η άμμος είναι πυκνή και μαλακή. Να πιάσω λίγη με τη χούφτα μου και να την αφήσω μετά να κυλήσει ανάμεσα απ’ τα δάχτυλά μου. Να χωθεί ανάμεσα απ’ τα στήθια μου και να με γαργαλήσει. Να απλωθεί μες το νερό και να πάει πάλι εκεί που ανήκει. Σ’ έναν βυθό που θέλει να ησυχάσει μετά τον βραδινό μας περίπατο...


Έλα και πιάσε με τώρα που θα βγω. Δώσε μου το χέρι σου απαλά να το αγγίξω και τράβηξέ με προς το μέρος σου. Με τι θα με στεγνώσεις; Όχι, μη μου πεις. Άσε με να το φανταστώ. Με το σώμα σου θα μ’ ακουμπήσεις να μου τραβήξεις τις σταγόνες ή με τα χείλη σου απαλά θα μου τις πάρεις μια μια; Ή μήπως θα μου στρώσεις το φόρεμα μου δίπλα σου για να ξαπλώσω και να με απορροφήσει το ντροπαλό φεγγάρι;


Έρχομαι μ’ έναν ψίθυρο για εσένα κι ετοιμάσου. Όπως και να στεγνώσω απόψε, το ξέρεις πως μέσα μου υγρή θα παραμείνω και θα σου παραδοθώ...


...μιας και οι λέξεις που σκεφτόσουν έφτιαξαν το ποίημα που μόλις επάνω μου φανέρωσες...






.