Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011

Χωρίς γιατί



Και πώς να μην απογοητεύομαι αφού ανακαλύπτω πως όλα ίδια αποκαλύπτονται στην κόψη? Και πώς να μη ξεσκαρτάρω μνήμες αλλόκοτες όταν σαν απολειφάδια χαμένων εαυτών εμφανίζονται ξανά και ξανά φορώντας το ίδιο το φουστάνι? Και πώς να μην αλλάζω πλευρό στο ασύμφορο όταν βλέπω πως πάει να με τυλίξει?

Παραλίγο να σε καλέσω όταν μου είπες πως έχεις αποστηθίσει τα λόγια εκείνου που κρυφοκοιτάζω. Και ευτυχώς κάθε φορά που σε ακούω, το μετανιώνω. Δεν υπάρχει έλεος όταν αφήνομαι. Δεν υπάρχει λογική στο ίδιο παίξιμο. Δεν υπάρχει καν φωνή ηδονική χωρίς φκιασίδια.

Παρόλα αυτά με ακολουθώ.

Χωρίς γιατί.
.

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Ονειρεύθηκα...



Ονειρεύθηκα χθες ένα δράκο. Από κείνους που έχουν μάτια φλόγες και σωθικά που σα προχωρούν παίζουν ταμπούρλο. Που με ένα βήμα τους βυθίζουν πολιτείες ολάκερες. Και μ’ ένα βρυχηθμό γυρνούν στροφές σε δώδεκα πλανήτες.

Είχε μαύρες φολίδες σε όλο του το σώμα κι έναν κεραυνό για ουρά. Έσερνε μαζί του ολάκερο, θαρρείς, το παραμύθι. Στάθηκε στα σκεπάσματά μου και ίσιωσε τις ζάρες. Ξεσκόνισε και ένα κόκκο ζάχαρης απ’ τα νυχτερινά μου πέρα δώθε.

Και άφησε δίπλα μου ένα πιατάκι λέξεις.

Ψιθύρισε έναν σκοπό, γιομάτος σιγουριά πως σα ξυπνήσω θα ξέρω τι να κάνω.

Έκτοτε, σα μεθυσμένη, σκαλίζω την αφρόκρεμα απ’ το χυμό των πικραμύγδαλων. Την ακουμπώ στα χείλη και ψελλίζω προσευχές. Και τάματα κάνω σ’ ένα ξέμπαρκο τοτέμ που μου γελάει κατάφατσα. Μια λέξη μου μένει ακόμη να στολίσω για στεφάνι κι απαλά να την αφήσω πριν χαθώ.

Της λείπουν όμως τα φτερά.
Κι ακόμη δε θέλω να ξυπνήσω...


.

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Ποιος αντέχει να ξεφύγει?



Βλέπω το μήνυμα ξανά και ξανά. Απόηχος μιας άλλης γνώσης τόσο κοντινής στων βλεφάρων μου το χρώμα. Αναμένω ένα πλησίασμα ακόμη. Εκείνο που θα με κάνει να θελήσω. Εκείνο που θα με κάνει να αποδυθώ. Εκείνο που θα με σύρει αυτάρκη μέχρι την άκρη του νήματος.

Στης καλημέρας το ανάγνωσμα, το σούρουπο εμφανίζει μια καλτσοδέτα από δαντέλα. Φέρνει στο νου εικόνες φύλλων που πέφτουν και μένουν στο λαιμό. Σαν περιδέραιο στην άκρη της θάλασσας, δίπλα από αποτυπώματα γυμνής μελωδίας. Μ’ αρέσει να τριγυρνάς στο νου και να μην αποτελειώνω τις δράσεις μου. Αγαπώ το θέλημά σου που μοιάζει με εκπλήρωση απωθημένου. Λατρεύω το βήμα που θα φέρει εκείνο το παιχνίδι των καημών.

Καθώς αλλάζουν οι εποχές, παραμένω κάτοχος της φανταστικής μου ασυνεννοησίας. Γι’ αυτό ερεθίζομαι ανάμεσα απ’ τα σκέλια. Επειδή το χάδι του ανέμου τρυπώνει στις μη αποκαλυπτικές μου πτυχές. Και έχει μάθει πού να μένει περισσότερο. Ίσως εκεί που δεν θα τολμήσει κανείς να αφήσει την υγρασία αυτή που θα χαράξει μια φυλακή ακόμη. Εκείνη της πεποίθησης, ότι το αύριο είναι εδώ.

Και ποιος αντέχει να ξεφύγει από αυτό που έχει ορίσει ο ίδιος να τον κυνηγά?


.