Καπνός απ' τα ρουθούνια σε μια ατημέλητη προσφορά του βόρειου ημισφαιρίου. Μυρωδιά ψημένης συνεννόησης σε μη ξεκάθαρη υπό-σχεση. Δροσιά από χαλασμένο μίγμα παγωτού. Μ' αρέσουν οι άντρες με αλήτρες φλόγες στα βλέφαρα που πίσω από παραπετάσματα καπνού συννεφιάζουν το ολόγιομο ερωτηματικό παίζοντας με τις πτυχές της φούστας μου.
Μα κοίτα ένα παράξενο σχέδιο, είπα κάνοντας την μικρότερη απ' τις τρεις κόρες του βασιλιά του παραμυθιού. Ταιριάζει με τις κάψες, γέλασα, μεταμορφώνοντας το άλλο μου μισό σε ανήθικη εικόνα.
Μεταξύ της σ/τροφής (από εδώ πάνε για το στρατόπεδο του γαλονά?) και της υπεκ/φυγής (δεν μ' αρέσει το μοσχολίβανο επάνω στην ντουλάπα), βγάζω τον στηθόδεσμο γιατί μου κόβει την ανάσα. Στο μαύρο σου μπεγλέρι κρεμάω την καδένα/πεταλούδα μου και τινάζω απ' το χαλί ένα ταρίχευμα - δεν πέτυχε ετούτη τη φορά η κλωνοποίηση και θα γυρίσω σκισμένη.
Θέλω να σε πάρω στα βράχια μωρή πουτάνα, μου στέλνει, και χαμογελάω. Βγάζω σε φωτογραφία τη γύμνια μου για απάντηση. Στης μελωδίας τη βουβαμάρα, ξέρω πως θα μείνεις στο μετέπειτα. ΄Εχεις μέσα σου συν-θήκες, σκέφτομαι. Κι ύστερα δείχνω τα οπίσθιά μου στο ταβάνι.
Η τάρτα από αγριοστάφυλλα ξεπάγιασε, αν-εραστή μου. Τόση ώρα ντρεπόμουν να την αγγίξω μη ξελογιάσω τους πόθους απ' το μπαλκόνι. Μα καθώς η ώρα γίνεται Τρίτη, λέω να κόψω τους δισταγμούς και να ξεριζώσω το άρα.
ΥΓ. Ο κόμης υποκλίθηκε στις υπηρεσίες μου. Ακόμη μια φλογέρα ξαγρυπνάει στο βουνό. (Πώς με είπες? αναμπουμπούλα?)
ΥΓ. 2. Αν μαγείρευες με άλλες λέξεις, θα λάτρευα τις τελείες σου.