Πέμπτη 3 Σεπτεμβρίου 2009

Ζωγραφιά





Την είδα σκοτεινή και την πλησίασα. Σα να με καλούσε η άλλη μου φύση χωρίς να μπορώ ν’ αντισταθώ. Είχε τα μαλλιά κόκκινα. Στα δάχτυλα πετράδια. Ένα άστρο έλαμπε στο στήθος της που της έριχνε ανταύγειες στα μάτια βάφοντάς τα μωβ.


Στάθηκα μπροστά της και σήκωσα τα φουστάνια μου ψηλά. Αντρόπιαστα. Ασύνετα. Θαρρετά. Κι εκείνη έβγαλε έναν πλανήτη απ’ τον κόρφο.


Της γύρισα την πλάτη αφήνοντάς τη να μάχεται το σύμπαν. Κι εκείνη μου φώναξε σχεδόν βρίζοντάς με:


Καμιά δε θα νικήσει στη μάχη τούτη. Είδα στα χαρτιά πως είσαι ήδη χθες...


΄Εστρεψα πίσω το κορμί λικνίζοντας τη μέση. ΄Εφτυσα μια μια τις λέξεις μου κοιτάζοντάς την πρόστυχα στα μάτια:


Κι εμένα τα ζάρια μου ’παν πως μόνο σε φαντάζομαι. Αίμα δεν έχεις να σου ποτίζει την ηχώ...


Και πριν προλάβει τα χείλια της ν’ ανοίξει, έσκισα το τοπίο που μας είχε ζωγραφίσει εκείνο το σούρουπο…


Ύστερα ξέπλυνε το χρώμα η βροχή…







.