Νεράιδά μου…». Όμορφο ακούγεται! Έτσι με είπε σήμερα ένα ακόμη φάντασμα, μια ακόμη ανδρική ύπαρξη που αγνοώ και θα συνεχίσω να αγνοώ. Και ’γω να κοιτάω το κενό και να καρφώνομαι σε άδεια γράμματα. Τι θέλω; Επιβεβαίωση; Πόση ποια; Και γιατί;
Μετράω δευτερόλεπτα μπροστά στην άδεια οθόνη, μετράω στιγμές σ’ έναν κόσμο που δεν υπάρχει, προσθέτω λέξεις σε θαλασσί φόντο, φτιάχνω νοήματα, πλέκω ιστορίες με αγνώστους με σκοπό το τίποτα.
Λάθος σκέψη και λάθος πορεία ζωής, προορισμός για το πουθενά μέσα σε μια μαύρη θάλασσα χωρίς κύματα , χωρίς ανάσα και χωρίς ίχνος αληθινής ζωής. Πιάνομαι από λέξεις κι από ψεύτικες κουβέντες, από ιδρωμένα κορμιά κι από μάτια αόρατα, από κορμιά χωρίς ψυχή και από χαμόγελα ανύπαρκτα.
Προδομένη απ’ όλους και απ’ όλα μέσα στο άδειο δωμάτιο υφαίνω όνειρα, καβαλάω άλογα λευκά και πιάνομαι από κλωστές ενός υποτιθέμενου φεγγαριού. Ακτίνες ήλιου που μισώ έρχονται και καρφώνονται και τις αποδιώχνω ορίζοντας μια μουντή εικόνα από ανύπαρκτους εραστές. Και όλοι νομίζουν πως ξέρουν να επιβάλλουν και να επιβάλλονται, να ορίζουν και να καθορίζουν , να σταματούν και ξανά να προχωρούν. Και όλα είναι ψεύτικα, παράλογα και παρανοϊκά και το ξέρω πως τίποτα δεν γίνεται και δεν μπορεί ν αλλάξει και γι’ αυτό συνεχίζω και στροβιλίζομαι και σταματημό δεν έχω γιατί στην ουσία δεν θέλω να φύγω από πουθενά. ΄Η ξέρω πως δεν έχω την δύναμη να το κάνω, γι’ αυτό έμπλεξα σε έναν παράλληλο κόσμο που νομίζω πως με θέλει και τον θέλω , με αποζητά και τον αποζητώ, και είμαι δέσμια της φυλακής που μόνη μου έχτισα τα κάγκελα.
Δεν θα φύγω ποτέ, κι αν φύγω θα είναι για κάπου που θα μοιάζει με το τώρα, μόνο που θα το ονομάζω αλλιώς, θα του δώσω άλλη φωνή κι άλλη υπόσταση, μα στην ουσία θα είναι ίδιο κι απαράλλαχτο με τούτο το σάπιο πράγμα που με κατατρώει. Και θα πνίγομαι και θα φωνάζω, και θα ρουφιέμαι και θα αναστενάζω , πότε από ανεκπλήρωτα πάθη ή από υποτιθέμενους έρωτες και πότε από μίσος για τον ίδιο μου τον εαυτό και λατρεία για το άπιαστο.
Και θα μείνω έτσι να με θυμούνται σαν αυτόματο τρένο σε ράγες για το πουθενά, ένα εξπρές με ταχύτητα φωτός που τρέχει στην γη ενώ είναι πλασμένο για τον ουρανό…
Μετράω δευτερόλεπτα μπροστά στην άδεια οθόνη, μετράω στιγμές σ’ έναν κόσμο που δεν υπάρχει, προσθέτω λέξεις σε θαλασσί φόντο, φτιάχνω νοήματα, πλέκω ιστορίες με αγνώστους με σκοπό το τίποτα.
Λάθος σκέψη και λάθος πορεία ζωής, προορισμός για το πουθενά μέσα σε μια μαύρη θάλασσα χωρίς κύματα , χωρίς ανάσα και χωρίς ίχνος αληθινής ζωής. Πιάνομαι από λέξεις κι από ψεύτικες κουβέντες, από ιδρωμένα κορμιά κι από μάτια αόρατα, από κορμιά χωρίς ψυχή και από χαμόγελα ανύπαρκτα.
Προδομένη απ’ όλους και απ’ όλα μέσα στο άδειο δωμάτιο υφαίνω όνειρα, καβαλάω άλογα λευκά και πιάνομαι από κλωστές ενός υποτιθέμενου φεγγαριού. Ακτίνες ήλιου που μισώ έρχονται και καρφώνονται και τις αποδιώχνω ορίζοντας μια μουντή εικόνα από ανύπαρκτους εραστές. Και όλοι νομίζουν πως ξέρουν να επιβάλλουν και να επιβάλλονται, να ορίζουν και να καθορίζουν , να σταματούν και ξανά να προχωρούν. Και όλα είναι ψεύτικα, παράλογα και παρανοϊκά και το ξέρω πως τίποτα δεν γίνεται και δεν μπορεί ν αλλάξει και γι’ αυτό συνεχίζω και στροβιλίζομαι και σταματημό δεν έχω γιατί στην ουσία δεν θέλω να φύγω από πουθενά. ΄Η ξέρω πως δεν έχω την δύναμη να το κάνω, γι’ αυτό έμπλεξα σε έναν παράλληλο κόσμο που νομίζω πως με θέλει και τον θέλω , με αποζητά και τον αποζητώ, και είμαι δέσμια της φυλακής που μόνη μου έχτισα τα κάγκελα.
Δεν θα φύγω ποτέ, κι αν φύγω θα είναι για κάπου που θα μοιάζει με το τώρα, μόνο που θα το ονομάζω αλλιώς, θα του δώσω άλλη φωνή κι άλλη υπόσταση, μα στην ουσία θα είναι ίδιο κι απαράλλαχτο με τούτο το σάπιο πράγμα που με κατατρώει. Και θα πνίγομαι και θα φωνάζω, και θα ρουφιέμαι και θα αναστενάζω , πότε από ανεκπλήρωτα πάθη ή από υποτιθέμενους έρωτες και πότε από μίσος για τον ίδιο μου τον εαυτό και λατρεία για το άπιαστο.
Και θα μείνω έτσι να με θυμούνται σαν αυτόματο τρένο σε ράγες για το πουθενά, ένα εξπρές με ταχύτητα φωτός που τρέχει στην γη ενώ είναι πλασμένο για τον ουρανό…