Κάνω χάζι μερικούς που προσπαθούν να ερμηνεύσουν τις γραφές μου/σου/του. Και το παίζουν ειδήμονες. Και πιστεύουν πως επιτελούν και έργο. Θεάρεστο. Και λεν πως πιστεύουν και στις γραφές. Σαν άλλοι Μωϋσήδες κουνούν τις ταφόπλακες και χαράζουν τους χρησμούς. Ανόητα ανθρωπάκια με τη στάχτη στα μάτια. Έχετε κοιταχτεί στον καθρέφτη; Ναι...ξέρω, έχετε. Μα τι έχετε δει; Ναι...ξέρω...αυτό που νομίζετε πως είστε. Αχ, πλάσματα τούτου του κόσμου, μοναδικά κι αθώα. Όταν θα γίνετε σκόνη μες τη σκόνη, πες τε κάποτε και μια συγνώμη που το σύμπαν σας επέτρεψε να φταρνιστείτε.
Ανασηκώνω ατμό και εξαϋλώνομαι. Φτύνω φωτιά και σπέρνω πυρετό. Και βγαίνουν θεριά ανήμερα. Και ποιος ημερώνει τις λέξεις; Ωωω! Μα ποιος μπορεί να έρθει σε αντιπαράθεση με του λογισμού την τρέλα; Ένοχο μικρό μου μυστικό, γδύσου τη λάσπη σου και γίνε ξημέρωμα στα χείλη μου. Κι αν δε θες, μην ανησυχείς. Έχω κι άλλο λόγο να υπάρξω. Κι άλλο μονοπάτι απλώνεται κάτω απ’ τα σκέλια μου έτοιμο για σπορά. Χαζοί οδηγητές. Γιατί δεν κοιμάστε και λιγάκι; Καλό στον ήλιο σας θα κάνετε. Να πάψει να μορφάζει κατάρες στους ανύποπτους βολβούς. Ανεμώνες θα φτιάξει το σούρουπο του Απρίλη σας. Κι εσείς χαμπάρι δε θα πάρετε. Τέρατα του νου μου. Σκιστείτε επιτέλους σε ακόμη μια άγραφη σελίδα. Χάρη θα μου κάνετε.
Ανάσα κι αυτή τη φορά. Ξέρασμα σε απόχρωση ψευτιάς. Δεν είστε ικανοί για την αλήθεια μου, γιατί θα σας τρομάξει. Κι ύστερα...κι ύστερα ποιος θα δεχτεί να σας αυτοκτονήσει; Μα...τι σκληρό που είναι το τίμημα της προσφοράς, ε; Φαντάσου, λέει, να σας το είχε ζητήσει και κανείς. Εκεί να δεις τούμπες που θα έκανε ο ουρανός απ’ τη χαρά του. Εκεί να δεις που θα φώναζε κι έναν ουρανό ακόμη για συντροφιά στο γέλιο του. Πόσο θα ήθελα να δω ακόμη έναν πλανήτη να γίνεται κομμάτια...Αχ πόσο θα το ήθελα...
Δύσκολο να κατακτάς τα σκαλοπάτια του τέρματός σου. Έχεις να διαχειριστείς κάτι κάλους. Ευτυχώς...ευτυχώς, λέω...διαλύονται κάποια στιγμή.
Ακόμη κι αν αυτό σε κάνει να πεθαίνεις ξανά και ξανά...