Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2008

Ξέρεις...



Ξέρεις...έχω καιρό να σου πω τα δικά μου. Κι αυτό γιατί όποτε σε παίρνω τηλέφωνο με αρπάζεις απ’ τα μούτρα – ως συνήθως – και μου λες τα δικά σου. Πού δεν πήγες, τι δεν έκανες, πού πονάς, πόσο υποφέρεις, πόσο σου φωνάζει, πόσο δεν(;) του φωνάζεις. Για το πριν σου, το υποτιθέμενο τώρα σου και το ανύπαρκτο μετά σου. Κι εγώ να σ’ ακούω και πριν προλάβω να πάρω ανάσα, μου λες πως πρέπει να κλείσεις γιατί θα σου καεί το φαγητό. ΄Ισως να υποψιάζεσαι τι θα σου πω, ίσως κι όταν σου τα λέω, ξανά τα δικά σου θες να μου πεις – άλλωστε εγώ πάντα βρίσκω λύσεις, ε; - ίσως και να μη σ’ αρέσουν όσα σου λέω, ίσως σε στενοχωρώ (μα σε κάνω και να γελάς, το ξέρεις!), ίσως και να αναρωτιέσαι ή να απορείς. Γλυκιά μου μαμά...

Ξέρεις...έφτιαξα τα μαλλιά μου αλλιώς. ΄Αφησα τις ουρές χωρίς να τις κόψω και τα έβαψα στο χρώμα που δεν σ’ αρέσει. Το μαύρο του κορακιού. Τώρα μου έχουν φτάσει μέχρι τη μέση. Και βολεύουν. Είναι κι ωραίο κόλπο για να μου τα τραβούν στο σεξ επάνω. Ξέρεις, όταν είμαι στα τέσσερα κι ο άλλος είναι από πίσω μου και φαντάζεται πως καβαλάει φοράδα ή κάτι τέτοιο. Και να σπάει η πλάτη μου κατά πίσω και να με κάνει να φωνάζω περισσότερο. Ναι, αγαπημένη μου, κάνω σεξ ΚΑΙ μ’ αυτόν τον τρόπο. Περίμενες πως θα στο έλεγα; Ε, και; Στο λέω τώρα. Ικανοποιημένη; Εγώ να δεις...

Ξέρεις...δεν ξέρω αν θα χωρίσω οριστικά τελικά ή θα συνεχίσω να τον απατώ. Εσύ το ’λεγες πως ησυχία δεν έχω κι από μικρή δεν μπορώ να είμαι για πολύ μ’ έναν άντρα. Γιατί ν’ αλλάξει τώρα; Επειδή έφυγα απ’ τα τριάντα προ πολλού; Μωρ’ τι μας λες; Τι αλλάζει μετά τα τριάντα δηλαδή; Το πολύ πολύ να μπαίνουν καινούργιες ιδέες. Κι εγώ απ’ αυτές έχω μπόλικες. Να προσέχω; Πώς το πες αυτό; Λες σε μένα να προσέχω; Να γελάσω τώρα ή να το αφήσω για αργότερα; Μη μ’ αναγκάσεις να πω τι κάνω στο όνομα της όποιας προσοχής. Θα φρίξεις...

Ξέρεις...ποτέ δεν μου είπες πως έπαιρνες μάτι το ημερολόγιό μου. Το ’ξερα όμως απ’ τον τρόπο που με κοίταγες και που μου πέταγες εκείνα τα υπονοούμενα. Τι φοβόσουν άραγε; Μήπως σταματήσω να γράφω; Το είχες καταφέρει για ένα διάστημα. ΄Η έτσι νόμιζες τουλάχιστον. Μα, όσα έχω γράψει μέσα μου, δεν θα μου τα διαβάσεις ποτέ. Κι ότι έχω γίνει τώρα, το χρωστώ πλέον σ’ ένα μαύρο μελάνι που χύνεται απροκάλυπτα και ξεδιάντροπα. Και βγαίνουν όπως εκείνα θέλουν. Κι όχι όπως θέλω εγώ. Ευχαριστημένη; Εγώ να δεις...

Ξέρεις...θα παραιτηθώ απ’ αυτή τη δουλειά που μου ’χει φάει τη ζωή. Οι εικόνες που βλέπω έχουν ποτίσει το δέρμα μου. Ευτυχώς έχουν σμιλέψει τα μέσα μου. Τι μανία κι αυτή που έχω στο να βρίσκω καλό στο κάθε τι! Εσύ φταις γι’ αυτό. Ναι φταις. Γιατί δεν φεύγω ποτέ όταν πρέπει. Γιατί κάθομαι πάντα λίγο παραπάνω. Έστω κι αν αυτό το παραπάνω, μετράει αιώνες. Γιατί; Εσύ έχεις φύγει ποτέ από κάτι;

Ξέρεις...σ’ αγαπώ. Γιατί είσαι δικιά μου κι εγώ είμαι δικιά σου. Μ’ έβαλες στον κόσμο των ξωτικών. Στον δικό σου κόσμο. Γι’ αυτό όλα μου φαίνονται αλλιώς. Γιατί ξέρω να τους δίνω άλλη διάσταση. Χάρισμα το λες αυτό. Τι μου λες; Έχω και χαρίσματα; Από πότε; Ναι, ξέρω μου το λες συχνά και τα μάτια σου βουρκώνουν. Γιατί όμως δεν μ’ έχεις κάνει να το πιστέψω; Όχι, δεν σου θυμώνω για τίποτα κι ούτε θα το κάνω. Έχεις κι εσύ τους λόγους σου για το καθετί. Και τους ξέρω καλά. Γι’ αυτό και πάντα σε δικαιολογώ. Κι ας ξεσπάω καμιά φορά.

Ξέρεις...έκανα πάντα ότι μου έλεγες. Κι ας μην μ’ άρεσε. Με ότι επιπτώσεις κι αν είχε αυτό μέσα μου. Αφού ακόμη την έγκρισή σου ζητώ ως και στις πουτανιές μου. Και μου τη δίνεις, γαμώτο. Γιατί μου δίνεις την έγκρισή σου σε κάτι τέτοιο; Επειδή έχεις μετανιώσει που δεν έκανες εσύ; Μπα, δεν είσαι τύπος που θα μπορούσες να κάνεις πουτανιές. Εμένα γιατί μ’ έφτιαξες έτσι; (ή γιατί με ενθάρρυνες; ) Σ’ αρέσει αυτό; Αν δεν σ’ αρέσει, τότε γιατί μετά προσπαθείς να με κάνεις να νιώθω ενοχές,ε; Τι κόλπο είναι αυτό πάλι; Και πόσο καλά ξέρεις να το κάνεις...

Ξέρεις...γιορτάζεις σήμερα. Ναι, το ξέρω ότι το ξέρεις. Ξέρεις να μεταδίδεις το όνομά σου με τον τρόπο σου. Κι είναι όμορφο αυτό. Σ’ αγαπούν και οι άλλοι. Αυτό μ’ αρέσει σε σένα. Εγώ ξέρω να γίνομαι και αντιπαθητική. Εσύ δεν το ’χεις κάνει ποτέ. Μπα, δεν θα ’θελα όμως να ’μαι σαν και σένα. Μ’ αρέσει να τσιγκλάω κώλους. Ναι κώλους. Δεν θέλεις να μιλάω έτσι; Κι όμως...λέω και χειρότερα. ΄Οπως τη λέξη μουνί. ΄Ελα...πώς κάνεις έτσι; Σκάσε και πες την και συ. Γεμίζει το στόμα. Θα δεις...

Ξέρεις...δεν θέλω να μου φύγεις ποτέ. Ξέρω όμως πως κάποτε θα γίνει. Έχω φανταστεί την εικόνα σου να ’ναι ξαπλωμένη (εκεί) μα ποτέ δεν σ’ έχω φανταστεί πως θα μπορούσες να παραμείνεις έτσι. Ποτέ δεν κάθισες σ’ ένα σημείο για πολύ. Γιατί να το κάνεις τότε; Ξέρω πως θα βρεις τρόπο να ’ρχεσαι κοντά μου. Και να γυρνάς γύρω μου σα τη σβούρα. Υποσχέσου μου πως θα το κάνεις...

Ξέρεις...σ’ αγαπώ. Ναι, στο ξανάπα και πιο πάνω. Ε, και; Πάντα λέω το σ’ αγαπώ. Ποτέ δεν έχω μετανιώσει που το λέω, το γράφω, το δείχνω, το φωνάζω. Ξέρεις...μου λείπεις...ξέρεις...υπάρχουν στιγμές που δεν μου λείπεις...ξέρεις...νιώθω μόνη...ξέρεις...νιώθω και γεμάτη...ξέρεις...θέλω να σου βάλω τις φωνές...ξέρεις...θέλω να σου απαλύνω τις πληγές...ξέρεις...θέλω να μεγαλώσω παιδιά που να ανήκουν στον εαυτό τους κι όχι σε μένα...ξέρεις...θέλω να τα κάνω και λίγο διαφορετικά από σένα που ’χω μέσα μου...ξέρεις...

...ξέρεις...σε χρειάζομαι...για να γίνομαι πάντα κάτι παραπάνω...ξέρεις...είναι εγωιστικό αυτό που είπα...ξέρεις...ο εγωισμός δεν είναι πάντα κακός...ξέρεις...θα ’θελα να πάμε ένα ταξίδι μαζί...ξέρεις...δεν θα μπορούσα να ζω μαζί σου στο ίδιο σπίτι πια...ξέρεις...δεν μπορώ να σε ξεπεράσω...

...ξέρεις...φοβάμαι...φοβάμαι....

...και μ’ εκνευρίζεις. Ξέρεις γιατί;

...γιατί όλα τα παραπάνω...τα ξέρεις...




... πριν καν τα πω....



(Χρόνια πολλά μαμά μου! Δυνατά τη μουσική σου. ΔΥΝΑΤΑ!)

.